Κυριακή, Δεκεμβρίου 07, 2014

η ομιλία του υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας κ. Γιάννη Βρούτση στη συζήτηση στη Βουλή για τον Προϋπολογισμό 2015

Σύμφωνα με μέρος της ομιλίας,

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, επιτρέψτε μου να ξεκινήσω με μια γενική παρατήρηση. Σε αυτή την κρίσιμη χρονική περίοδο, ακούγονται πάλι οι γνωστές ανεύθυνες φωνές που θέλουν να  θολώσουν, να υποτιμήσουν και να ακυρώσουν ότι έχουμε καταφέρει μέχρι σήμερα.
Πριν δυόμισι χρόνια, λοιπόν, ήμασταν ένα βήμα πριν από τον γκρεμό και τον όλεθρο. Σε ένα οριακό σημείο για τη χώρα και την οικονομία.
Σήμερα, είμαστε πράγματι σε ένα εξίσου οριακό σημείο, αλλά προς την αντίθετη, τη θετική κατεύθυνση: Είμαστε ένα βήμα πριν από την οριστική έξοδο από την κρίση.
Αυτό δεν είναι μια μεγάλη πρόοδος; Ας έχουμε τη γενναιότητα να παραδεχθούμε τα πράγματα ως έχουν.
Το μαρτυρούν τα ίδια τα νούμερα. Το πέρασμα της χώρας μετά από 6 χρόνια ύφεσης σε ανάπτυξη.
Το τέλος της εποχής των ελλειμμάτων και το πέρασμα στην εποχή των πλεονασμάτων. Το πέρασμα από την αύξηση στην αποκλιμάκωση της ανεργίας.
Και κάτι ακόμη επίσης σημαντικό. Οι μεγάλες σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας έπιασαν τόπο.
Την Τρίτη στο Υπουργείο Εργασίας θα παρουσιάσω τα ετήσια αποτελέσματα της «ΕΡΓΑΝΗ» για το 2014 σε σχέση με το 2013 τα οποία πιστέψτε με είναι εντυπωσιακά.
Βέβαια, είναι γνωστό ότι είμαστε μια χώρα που δεν διακρίνεται για την ψυχραιμία στο δημόσιο διάλογο.
Περισσεύουν δυστυχώς οι υστερικές υπερβολές, η αφοριστική ισοπέδωση και η πολιτική υποκρισία. Αυτό, όμως, πρέπει κάποτε επιτέλους να σταματήσει.
Αυτό πληρώνει σήμερα η χώρα μας ως τίμημα, την έλλειψη εθνικής συνεννόησης και ομοψυχίας σε κρίσιμα ζητήματα.
Πάρτε παράδειγμα το ασφαλιστικό. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα πολιτικής υποκρισίας που βαραίνει σχεδόν το σύνολο του πολιτικού προσωπικού της χώρας.
Που είτε από την πλευρά της εκάστοτε κυβέρνησης, έπαιρνε ή δεν έπαιρνε τις αναγκαίες αποφάσεις.
Είτε από την πλευρά της εκάστοτε αντιπολίτευσης που εμπόδιζε, υπονόμευε τις αλλαγές και με μια ανέξοδη ρητορεία χάιδευε τα αυτιά των εργαζομένων και των συνταξιούχων. Και δυστυχώς αυτό ως τακτική απέδιδε.
Ήταν κάτι ελκυστικό για τον κόσμο να ακούει μόνο ευχάριστα που μοιραία οδηγούσε στο να μπει «φρένο» και να καταδικάζει την όποια μεταρρυθμιστική προσπάθεια ξεκινούσε.
Το ασφαλιστικό είναι η πιο εμβληματική περίπτωση από τα κρίσιμα ζητήματα της χώρας, στα οποία φαίνεται ότι σήμερα πληρώνουμε την αδράνεια και την αναβλητικότητα του παρελθόντος.
Για θυμηθείτε λίγο τη στάση όλων μας, πολιτικών και κοινωνίας, απέναντι σε αυτό το μεγάλο ζήτημα. Κάναμε ποτέ μια ειλικρινή και βαθιά συζήτηση;
Συζήτηση που έπρεπε να γίνει, επειδή το ασφαλιστικό δεν αποτελεί μόνο ένα κρίσιμο δημοσιονομικό ζήτημα.
Είναι θέμα κοινωνικής συνοχής, αλληλεγγύης και εμπιστοσύνης μεταξύ των γενεών.
Με όλα τα κακώς κείμενα για δεκαετίες εμείς επιλέξαμε όχι μόνο να συγκρουστούμε αλλά και να τα διορθώσουμε.
Συνειδητά επιλέξαμε να αναλάβουμε αυτό το μεγάλο πολιτικό κόστος.
Και πρώτα από όλα το σύστημα επικουρικής ασφάλισης και τα εφάπαξ
Ενισχύσαμε την εισπρακτική ικανότητα του συστήματος, τόσο με τη δημιουργία του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ) όσο και με την πραγματοποίηση έξυπνων και στοχευμένων διασταυρώσεων. Ακόμη και σε περιοχές που ποτέ στο παρελθόν δεν είχαν ελεγχθεί, όπως η εργασία ήδη συνταξιούχων, οι συντάξεις χηρείας, τα οικογενειακά επιδόματα των συντάξεων, κ.λπ.
Σώσαμε την επικουρική ασφάλιση και τα εφάπαξ από βέβαιη εξαφάνιση, με έναν αντικειμενικό συντελεστή βιωσιμότητας και αλληλεγγύης που εξασφαλίζει ότι και οι νέες γενιές θα λάβουν παροχές και ότι ο προϋπολογισμός και οι φορολογούμενοι πολίτες δεν θα χρηματοδοτούν πλέον ποτέ στο μέλλον τα ελλείμματα και τις συντάξεις άλλων.