Στον χαιρετισμό
του στο υψηλού επιπέδου σεμινάριο που διοργάνωσε η διεθνής οργάνωση εργασίας (ILO)
την Τρίτη 25.6 στο Ξενοδοχείο Hilton, ο Υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης
μεταξύ άλλων ανέφερε ότι,
Η εκδήλωση αυτή
λαμβάνει χώρα σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή για τη χώρα μας.
Σε μια περίοδο,
όπου ύστερα από μια πενταετια παρατεταμένης ύφεσης,
η ανεργία
κινείται σε υψηλά επίπεδα, πλήττοντας αδιακρίτως όλες τις ομάδες του πληθυσμού
και ιδιαίτερα τους νέους.
Σε μια χρονική
περίοδο, όπου η κοινωνική συνοχή επιδεικνύει ανθεκτικότητα χάρις κυρίως στην
αξιοθαύμαστη ωριμότητα, την ψυχραιμία και την υψηλή αίσθηση ευθύνης των ίδιων
των πολιτών.
Των
εργαζομένων, των συνταξιούχων, ακόμη και των ίδιων των ανέργων που αποτελούν τα
μεγάλα θύματα αυτής της κρίσης.
Οι θυσίες
αυτές, δεν πρέπει και δεν θα πάνε χαμένες.
Γιατί αυτή η
κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να ολοκληρώσει το έργο και την αποστολή της που
είναι η έξοδος της χώρας από την κρίση.
Και η επαναφορά
σε ένα νέο ανοδικό κύκλο δημοσιονομικής σταθερότητας, βιώσιμου αναπτυξιακού
δυναμισμού και κοινωνικής ισορροπίας.
Με ένα ευρύ
πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και αλλαγών σε όλο το φάσμα της οικονομικής και
κοινωνικής ζωής.
Μεταρρυθμίσεις
που αγγίζουν το σκληρό πυρήνα των χρόνιων στρεβλώσεων και της αδράνειας του
παρελθόντος.
Σε αυτή την
πορεία προσαρμογής, οι αλλαγές δεν πρέπει να μας φοβίζουν. Αποτελούν παράγοντα
εξέλιξης, προσαρμογής και ανανέωσης. Απαραίτητες προϋποθέσεις για την
αναπτυξιακή επανεκκίνηση και την ενίσχυση της παραγωγικότητας της ελληνικής
οικονομίας.
Εκείνο που
περισσότερο πρέπει να μας προβληματίζει – και που πρέπει να αντιμετωπίσουμε –
είναι ότι, ακόμη και σήμερα, η ψυχραιμία και ο ρεαλισμός δείχνουν κάποιες φορές
να απουσιάζουν από το δημόσιο διάλογο στη χώρα μας.
Αντίθετα,
περισσεύουν συχνά οι υπερβολές και οι συναισθηματικές προσεγγίσεις.
Ο γρήγορος ενθουσιασμός
και η εξίσου γρήγορη απογοήτευση, η έλλειψη υπομονής.
Η αδυναμία
κάποιων τμημάτων του πολιτικού συστήματος – ακόμη και σήμερα - απέναντι στο λεγόμενο «πολιτικό κόστος».
Ο λαϊκισμός και
η αυταπάτη ότι μπορούμε να συνεχίσουμε όπως ήμασταν παλιά, με τις ίδιες
συμπεριφορές και νοοτροπίες που μας έφεραν ως εδώ.
Θα μου
επιτρέψετε όμως, στο σημείο αυτό, να κάνω μια κρίσιμη και σημαντική
παρατήρηση.
Η προσαρμογή
των αμοιβών τα τρία τελευταία χρόνια ήταν μια επώδυνη και αναγκαία λύση, για
λόγους άμεσης ανάκτησης των επιδόσεων ανταγωνιστικότητας.
Όμως, και το
τονίζω αυτό, δεν αποτελεί στρατηγική μας επιλογή, μια αναιμική οικονομία που
επιβιώνει οριακά χάρη στο χαμηλό κόστος εργασίας.
Αντίθετα, στο
επίκεντρο του νέου αναπτυξιακού μας υποδείγματος είναι μια εξωστρεφής οικονομία
υψηλής παραγωγικότητας και ανταγωνιστικού δυναμισμού.
Γιατί μόνο ένα
τέτοιο αναπτυξιακό μοντέλο μπορεί να μετατοπίσει την οικονομία σε ένα υψηλότερο
επίπεδο ισορροπίας. Με περισσότερη απασχόληση, περισσότερα εισοδήματα, περισσότερη
ποιότητα.
Με άλλα λόγια,
στον πυρήνα της πολιτικής μας βρίσκεται, εν τέλει, η ίδια η εργασία. Η νόμιμη
εργασία, η καλά αμειβόμενη και πλήρης απασχόληση.