Για «κοντόφθαλμη και μονοδιάστατη “ταμειακή αντίληψη” που αγνοεί τα εθνικά χαρακτηριστικά της πατρίδας μας» κάνει λόγο σε ανακοίνωσή του ο βουλευτής της ΝΔ στις Κυκλάδες Γιάννης Βρούτσης στο ενδεχόμενο κατάργησης των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου που προτείνει το ΔΝΤ.
Σύμφωνα με ανακοίνωσή του,
Στην τελευταία έκθεση (Οκτώβριος 2011) της Τεχνικής Επιτροπής του Δ.Ν.Τ., μεταξύ άλλων, προτείνεται η “κατάργηση των μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. για τα νησιά του Αιγαίου” (σ.σ. 46-48), ως μέτρο άμεσης εφαρμογής με στόχο τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και κατ’ επέκταση της αύξησης των φορολογικών εσόδων.
Όμως, η επιχειρηματολογία της Τεχνικής Επιτροπής στηρίζεται σε λανθασμένες παραδοχές, γεγονός που φανερώνει ότι είτε ότι αγνοεί, είτε ότι δε γνωρίζει την ελληνική πραγματικότητα. Τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για την τεκμηρίωση των επιχειρημάτων περί κατάργησης των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου, στην πράξη, είναι εκτός πραγματικότητας.
Στη σύντομη εισήγηση τους, οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ, έφθασαν αβίαστα σε ένα καθαρά λογιστικό συμπέρασμα, υπογραμμίζοντας ότι το «προνομιακό» αυτό καθεστώς που απολαμβάνουν τα νησιά του Αιγαίου δημιουργεί κίνητρο για “φορολογικό αρμπιτράζ” και αποτελεί “φαινόμενο ασυνήθιστης κατάχρησης”. Συμπέρασμα, ένα τέτοιο καθεστώς δεν παράγει ένα καλά στοχευμένο όφελος, οπότε και κρίνεται σκόπιμη η κατάργησή του…..
Απύθμενο θράσος ή ανείπωτη ευήθεια ;
Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια κοντόφθαλμη και μονοδιάστατη «ταμειακή αντίληψη», που δείχνει να αδιαφορεί για κυρίαρχα εθνικά χαρακτηριστικά της πατρίδας μας, καθώς:
Παραβλέπει, το γεγονός ότι η διατήρηση των μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. στα νησιά του Αιγαίου, θεσμοθετήθηκε με τη Συνθήκη προσχώρησης της Χώρας μας στην ΕΟΚ το 1981 και αποτελεί ζήτημα εθνικής σημασίας και ύψιστης πολιτικής προτεραιότητας.
Δεν αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η νησιωτική Ελλάδα -εδαφική ασυνέχεια- και τα πολλά προβλήματα που απορρέουν από αυτές.
Παραβιάζει στην πράξη την εφαρμογή του άρθρου 101, παρ.4 του Συντάγματος που αναγνωρίζει την έννοια της νησιωτικότητας.
Αγνοεί το γεγονός ότι το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ στο Αιγαίο, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, την οικονομική βιωσιμότητα των νησιών του αρχιπελάγους, καθώς και για την παραμονή των κατοίκων στα νησιά.
Παραγνωρίζει, ότι το εν λόγω καθεστώς παραχωρήθηκε ως μέτρο δικαιοσύνης και ίσης μεταχείρισης, καθώς οι νησιώτες δεν απολαμβάνουν ισοδύναμα την ωφέλεια από τα βασικά κοινωνικά και δημόσια αγαθά του κράτους (π.χ. υπηρεσίες υγείας, παιδείας, ακτοπλοΐας κ.α.). Δηλαδή, δημόσια αγαθά που είναι αυτονόητα για όλους τους άλλους Έλληνες.
Δεν αντιλαμβάνεται, ότι οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ στα νησιά, λειτουργούν ενισχυτικά στις αδύναμες επιχειρήσεις (λόγω οικονομίας κλίμακος) και συμβάλλει στην ανταγωνιστικότητα του νησιωτικού τουριστικού προϊόντος.
και τελικά δεν βλέπει το αυτονόητο, ότι δηλαδή εκτός όλων των άλλων λειτουργεί και αντισταθμιστικά απέναντι στο αυξημένο κόστος μεταφοράς εμπορευμάτων και υπηρεσιών στα νησιά.
Σήμερα, τα νησιά του Αιγαίου απολαμβάνουν ειδικό καθεστώς μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ, κατά 30%. Δηλαδή, οι συντελεστές διαμορφώνονται ως εξής: από 23% σε 16%, από 13% σε 9% και από 6,5% σε 5%. Σε περίπτωση κατάργησής του καθεστώτος, θα μιλάμε για πλήρη εξίσωση των συντελεστών με την ηπειρωτική Ελλάδα και άρα για αύξηση του κόστους ζωής στα νησιά από 4% έως 7%.
Συνεπώς, το ειδικό αυτό καθεστώς ΦΠΑ στο Αιγαίο που με τόση ευκολία ζητά το ΔΝΤ στην έκθεσή του να καταργηθεί, αποτελεί για την Ελλάδα αδιαπραγμάτευτο θέμα ζωτικής εθνικής σημασίας.
Μέχρι σήμερα, κανένα κράτος-μέλος της Ε.Ε. δεν έχει απεμπολήσει δικαίωμα ευνοϊκών ρυθμίσεων στον τομέα του ΦΠΑ πόσο μάλλον όταν αυτό έχει παραχωρηθεί μέσω των Συνθηκών Προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντίθετα, πολλά κράτη-μέλη επιζητούν επέκταση της εφαρμογής του δικαιώματος, αίτημα που συνήθως αντιμετωπίζεται αρνητικά και τελικά απορρίπτεται. Κατά συνέπεια μόνο ως παραλογισμός μπορεί να χαρακτηρισθεί η απώλεια του δικαιώματος διατήρησης του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στα νησιά μας, καθώς εκτός όλων των άλλων ενδεχόμενη απεμπόλησή του καθίσταται οριστικά και μη αναστρέψιμη.
Το ακόμη χειρότερο, όμως, είναι όπως αποκαλύπτεται και από το κείμενο των εκπροσώπων του ΔΝΤ, ότι υπηρεσιακά και πολιτικά στελέχη του υπουργείου Οικονομικών ήταν αυτά που με ιδιαίτερα μεγάλη προθυμία υπέδειξαν προς την Τεχνική Επιτροπή, ότι η κατάργηση του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά είναι χρήσιμη, καθώς θα αποφέρει 250 εκατ. € ετησίως. Μέγεθος, που ακόμη και η τρόικα τελικά εκτίμησε γύρω στα 130 εκατ. € !
Σύμφωνα με ανακοίνωσή του,
Στην τελευταία έκθεση (Οκτώβριος 2011) της Τεχνικής Επιτροπής του Δ.Ν.Τ., μεταξύ άλλων, προτείνεται η “κατάργηση των μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. για τα νησιά του Αιγαίου” (σ.σ. 46-48), ως μέτρο άμεσης εφαρμογής με στόχο τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και κατ’ επέκταση της αύξησης των φορολογικών εσόδων.
Όμως, η επιχειρηματολογία της Τεχνικής Επιτροπής στηρίζεται σε λανθασμένες παραδοχές, γεγονός που φανερώνει ότι είτε ότι αγνοεί, είτε ότι δε γνωρίζει την ελληνική πραγματικότητα. Τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για την τεκμηρίωση των επιχειρημάτων περί κατάργησης των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου, στην πράξη, είναι εκτός πραγματικότητας.
Στη σύντομη εισήγηση τους, οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ, έφθασαν αβίαστα σε ένα καθαρά λογιστικό συμπέρασμα, υπογραμμίζοντας ότι το «προνομιακό» αυτό καθεστώς που απολαμβάνουν τα νησιά του Αιγαίου δημιουργεί κίνητρο για “φορολογικό αρμπιτράζ” και αποτελεί “φαινόμενο ασυνήθιστης κατάχρησης”. Συμπέρασμα, ένα τέτοιο καθεστώς δεν παράγει ένα καλά στοχευμένο όφελος, οπότε και κρίνεται σκόπιμη η κατάργησή του…..
Απύθμενο θράσος ή ανείπωτη ευήθεια ;
Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια κοντόφθαλμη και μονοδιάστατη «ταμειακή αντίληψη», που δείχνει να αδιαφορεί για κυρίαρχα εθνικά χαρακτηριστικά της πατρίδας μας, καθώς:
Παραβλέπει, το γεγονός ότι η διατήρηση των μειωμένων συντελεστών Φ.Π.Α. στα νησιά του Αιγαίου, θεσμοθετήθηκε με τη Συνθήκη προσχώρησης της Χώρας μας στην ΕΟΚ το 1981 και αποτελεί ζήτημα εθνικής σημασίας και ύψιστης πολιτικής προτεραιότητας.
Δεν αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η νησιωτική Ελλάδα -εδαφική ασυνέχεια- και τα πολλά προβλήματα που απορρέουν από αυτές.
Παραβιάζει στην πράξη την εφαρμογή του άρθρου 101, παρ.4 του Συντάγματος που αναγνωρίζει την έννοια της νησιωτικότητας.
Αγνοεί το γεγονός ότι το ειδικό καθεστώς ΦΠΑ στο Αιγαίο, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, την οικονομική βιωσιμότητα των νησιών του αρχιπελάγους, καθώς και για την παραμονή των κατοίκων στα νησιά.
Παραγνωρίζει, ότι το εν λόγω καθεστώς παραχωρήθηκε ως μέτρο δικαιοσύνης και ίσης μεταχείρισης, καθώς οι νησιώτες δεν απολαμβάνουν ισοδύναμα την ωφέλεια από τα βασικά κοινωνικά και δημόσια αγαθά του κράτους (π.χ. υπηρεσίες υγείας, παιδείας, ακτοπλοΐας κ.α.). Δηλαδή, δημόσια αγαθά που είναι αυτονόητα για όλους τους άλλους Έλληνες.
Δεν αντιλαμβάνεται, ότι οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ στα νησιά, λειτουργούν ενισχυτικά στις αδύναμες επιχειρήσεις (λόγω οικονομίας κλίμακος) και συμβάλλει στην ανταγωνιστικότητα του νησιωτικού τουριστικού προϊόντος.
και τελικά δεν βλέπει το αυτονόητο, ότι δηλαδή εκτός όλων των άλλων λειτουργεί και αντισταθμιστικά απέναντι στο αυξημένο κόστος μεταφοράς εμπορευμάτων και υπηρεσιών στα νησιά.
Σήμερα, τα νησιά του Αιγαίου απολαμβάνουν ειδικό καθεστώς μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ, κατά 30%. Δηλαδή, οι συντελεστές διαμορφώνονται ως εξής: από 23% σε 16%, από 13% σε 9% και από 6,5% σε 5%. Σε περίπτωση κατάργησής του καθεστώτος, θα μιλάμε για πλήρη εξίσωση των συντελεστών με την ηπειρωτική Ελλάδα και άρα για αύξηση του κόστους ζωής στα νησιά από 4% έως 7%.
Συνεπώς, το ειδικό αυτό καθεστώς ΦΠΑ στο Αιγαίο που με τόση ευκολία ζητά το ΔΝΤ στην έκθεσή του να καταργηθεί, αποτελεί για την Ελλάδα αδιαπραγμάτευτο θέμα ζωτικής εθνικής σημασίας.
Μέχρι σήμερα, κανένα κράτος-μέλος της Ε.Ε. δεν έχει απεμπολήσει δικαίωμα ευνοϊκών ρυθμίσεων στον τομέα του ΦΠΑ πόσο μάλλον όταν αυτό έχει παραχωρηθεί μέσω των Συνθηκών Προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντίθετα, πολλά κράτη-μέλη επιζητούν επέκταση της εφαρμογής του δικαιώματος, αίτημα που συνήθως αντιμετωπίζεται αρνητικά και τελικά απορρίπτεται. Κατά συνέπεια μόνο ως παραλογισμός μπορεί να χαρακτηρισθεί η απώλεια του δικαιώματος διατήρησης του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στα νησιά μας, καθώς εκτός όλων των άλλων ενδεχόμενη απεμπόλησή του καθίσταται οριστικά και μη αναστρέψιμη.
Το ακόμη χειρότερο, όμως, είναι όπως αποκαλύπτεται και από το κείμενο των εκπροσώπων του ΔΝΤ, ότι υπηρεσιακά και πολιτικά στελέχη του υπουργείου Οικονομικών ήταν αυτά που με ιδιαίτερα μεγάλη προθυμία υπέδειξαν προς την Τεχνική Επιτροπή, ότι η κατάργηση του μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά είναι χρήσιμη, καθώς θα αποφέρει 250 εκατ. € ετησίως. Μέγεθος, που ακόμη και η τρόικα τελικά εκτίμησε γύρω στα 130 εκατ. € !