Αυτό συμβαίνει με τους καλούς δημοσιογράφους. Γράφουν ένα κείμενο το οποίο μπορεί να ταιριάξει σε πολλές περιπτώσεις. Όπως για παράδειγμα το κείμενο του κ. Στεφανου Kασιματη γραμμένο για την Καθημερινή, με θέμα την καθαριότητα, και όχι μόνο, του Δήμου της Αθήνας, το οποίο μπορεί όμως ωραιότατα να ταιριάξει και σε πολλές άλλες περιπτώσεις…
Σύμφωνα με το κείμενο,
Συμβαίνει κάθε χρόνο τέτοια εποχή, συνέβη και φέτος. Λήγουν οι συμβάσεις των εργαζομένων στην καθαριότητα της Αθήνας ή στη χωματερή στη Φυλή, παραλύει εκ των πραγμάτων (ή αδρανεί για λόγους σκοπιμότητος) ο μηχανισμός, σχηματίζονται στα πεζοδρόμια της πόλης οι λόφοι των «εικαστικών παρεμβάσεων», οπότε τίθεται το αμείλικτο δίλημμα: Χριστούγεννα με το σκουπιδαριό ή συνεχίζουμε με τον καθιερωμένο τρόπο; (Αλλιώς, Χριστούγεννα με ψευδαίσθηση ευμάρειας ή με τη χειρότερη όψη του εαυτού μας;) Όπου ως «καθιερωμένος τρόπος» νοείται η ανανέωση των συμβάσεων. Φέτος ενδέχεται να συνέβαλε στο φαινόμενο και η κάμψη του ηθικού στις υπηρεσίες του δήμου, λόγω του εκλογικού αποτελέσματος και της διάλυσης που επέφερε. Πάντως, επελέγη ξανά ο καθιερωμένος τρόπος: το υπουργείο Εσωτερικών άνοιξε τον δρόμο για την άμεση πρόσληψη συμβασιούχων στις υπηρεσίες των δήμων, ο δε απερχόμενος δήμαρχος εξέφρασε την ικανοποίησή του για την επιλεγείσα λύση, την οποία χαρακτήρισε «ρεαλιστική».
Αξίζει τον κόπο να κάνουμε μια σύντομη επίσκεψη στον όρο που χρησιμοποίησε ο απερχόμενος δήμαρχος. Τι είναι ο ρεαλισμός και γιατί η ανανέωση των συμβάσεων είναι η ρεαλιστική λύση; Αν θεωρήσουμε ότι ρεαλισμός είναι η πρόσληψη της πραγματικότητας διά των αισθήσεων, τότε η λύση είναι πράγματι ρεαλιστική. Τα σκουπίδια αναδίδουν απαίσιες οσμές και προσφέρουν άθλιο θέαμα, άρα το συμφέρον είναι να μαζευτούν όσο πιο γρήγορα γίνεται. Εδώ όμως τίθεται ένα άλλο ερώτημα: δεδομένης της οικονομικής κατάστασης του κράτους, που επιβάλλει περικοπές δαπανών, η λύση που προτιμήθηκε, εκτός από ρεαλιστική, είναι και βιώσιμη; Μπορούμε να την επαναλαμβάνουμε κάθε χρόνο;
Η απάντηση βρίσκεται στην τελευταία (Οκτώβριος 2010) έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος: «Τα τελευταία 15 περίπου χρόνια η Τοπική Αυτοδιοίκηση απορροφά όλο και περισσότερους πόρους από τον κρατικό προϋπολογισμό, παρά το γεγονός ότι οι 6.000 περίπου δήμοι και κοινότητες περιορίστηκαν σε 1.034. (σ.σ.: αναφέρεται στην προ του “Καλλικράτη” κατάσταση). Την ίδια περίοδο, οι δήμοι ίδρυσαν 6.000 περίπου δημοτικές επιχειρήσεις, τα οικονομικά των οποίων δεν υπόκεινται σε έλεγχο. Με το σημερινό καθεστώς υπάρχει μια σημαντική “δημοσιονομική ασυμμετρία”. Οι δήμοι ουσιαστικά καθορίζουν το ύψος των δαπανών τους και στη συνέχεια απαιτούν (και συνήθως λαμβάνουν) αυξημένα κονδύλια από τον προϋπολογισμό. Είναι γνωστό ότι η ασυμμετρία αυτή οδηγεί σε συνεχή και ανεξέλεγκτη διόγκωση των δαπανών».
Αυτό σημαίνει ότι, ειδικά για τον τομέα της καθαριότητας, το σύστημα που ακολουθούσαν οι δήμαρχοι ώς τώρα –να προσλαμβάνουν εργάτες και να εξασφαλίζουν την αφοσίωσή τους στέλνοντάς τους πίσω από ένα γραφείο– είναι αδύνατον να συνεχιστεί. Η καπατσοσύνη των προκατόχων του, να αποσπούν μεγαλύτερη επιχορήγηση από το κράτος, δηλαδή να διογκώνουν τη φούσκα του χρέους, δεν έχει μέλλον. Ο νέος δήμαρχος, εφόσον θέλει να εξασφαλίσει το στοιχειώδες, την καθαριότητα, δεν έχει άλλη επιλογή παρά να πείσει τους ανθρώπους που προσλήφθηκαν για τη δουλειά αυτή να βγουν από τα γραφεία και να επιστρέψουν στους δρόμους. Δεν θα ήθελα όμως να είμαι ούτε ψύλλος στον κόρφο του. Είναι βέβαιο ότι θα συναντήσει, πρώτα απ’ όλα, την απροθυμία εργατών που εξελίχθηκαν σε υπαλλήλους γραφείου, γιατί ο άνθρωπος αμέσως συνηθίζει στα εύκολα. Τούτο δεν σημαίνει όμως ότι, όσο κι αν δυσκολεύεται να ξεσυνηθίσει, δεν μπορεί να το πετύχει – ανάγκα και θεοί πείθονται. Κι αυτό δεν ισχύει μόνον για την αναδιοργάνωση του Δήμου, ισχύει για όλο τον κρατικό μηχανισμό. Είναι, σε τελευταία ανάλυση, το στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε όλοι μας ως κοινωνία.