Τρίτη, Αυγούστου 28, 2007



Δύο χρόνια κλείνουν στις 23 του Σεπτέμβρη από την πτώση του βιοκλιματικού στεγάστρου του Ακρωτηρίου και οι εργασίες αποκατάστασης δεν έχουν ολοκληρωθεί.

Το ενδεχόμενο να αναλάβει την ολοκλήρωση του έργου αποκατάστασης των ζημιών εξετάζει το Υπ. Πολιτισμού.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο υπουργός Πολιτισμού, Γιώργος Βουλγαράκης, αναμένεται πριν την εκλογική αναμέτρηση της 16ης Σεπτεβρίου να ανακοινώσει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την επαναλειτουργία του αρχαιολογικού χώρου.
Σύμφωνα με ανακοινώσεις, το Υπουργείο προσανατολίζεται να ζητήσει αποζημίωση για διαφυγόντα κέρδη του Ταμείου Απαλλοτριώσεων (το γνωστό ΤΑΠ, το οποίο διαχειρίζεται τα εισιτήρια των αρχαιολογικών χώρων), αλλά και για ηθική βλάβη. Το ερώτημα που τίθεται είναι από ποιον: από την εταιρεία που έχει αναλάβει την περάτωση του έργου;
Για το πότε θα επαναλειτουργήσει το Ακρωτήρι, πρέπει να απευθυνθούμε... στην Πυθία. Μια λύση που εξετάζει το υπουργείο Πολιτισμού είναι να περιέλθει η ολοκλήρωση του έργου στην αρμοδιότητά του και να απεμπλακεί η Αρχαιολογική Εταιρεία, που είναι σήμερα ο φορέας υλοποίησής του. Το θέμα έχει κολλήσει στην εκπόνηση μελέτης και ολοκλήρωσης του έργου και αποκατάστασης των ζημιών, που έχει ανατεθεί από την κοινοπραξία (J&P ΑΒΑΧ, Impregilo, Εμπεδος) σε δύο αγγλικούς οίκους.



«Το θέμα είναι δύσκολο, περίπλοκο και οι ευθύνες μοιρασμένες. Ομως το υπουργείο θέλει να τελειώνει με το συγκεκριμένο έργο, που είναι από το σοβαρότερα και το δυσκολότερα που έχει αναλάβει», υποστηρίζουν υψηλόβαθμα στελέχη του Υπ. Πολιτισμού. Οι απανωτές συσκέψεις στο γραφείο του υπουργού Πολιτισμού και τα εμπόδια που ξεπηδούν οδηγούν στο συμπέρασμα πως «είναι δύσκολο να δοθεί ένα τέλος σύντομα».

Μπροστά στον ορατό κίνδυνο να χαθεί κι άλλος χρόνος, αλλά και υπό την πίεση της επιστημονικής κοινότητας, των δεσμεύσεων των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και τη δυσαρέσκεια της τοπικής κοινωνίας, το υπουργείο Πολιτισμού εξετάζει την περίπτωση να πάρει μεν υπό την ευθύνη του το έργο αλλά με την ίδια εργολήπτρια εταιρεία.

Τις προθέσεις του ο κ. Βουλγαράκης τις κοινοποίησε και στους εμπλεκόμενους φορείς κατά την τελευταία συνάντηση που πραγματοποιήθηκε στο γραφείο του στις 25 Μαΐου με τον γεν. γραμματέα Χρήστο Ζαχόπουλο, τη γενική διευθύντρια Αρχαιοτήτων Βιβή Βασιλοπούλου και τον διευθυντή Αναστηλώσεων Δημοσθένη Ζιρώ. Παρόντες και οι εμπλεκόμενοι φορείς: ο πρόεδρος της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ακαδημαϊκός Επαμεινώντας Σπηλιωτόπουλος, ο αρχιτέκτων Νίκος Φιντικάκης εμπνευστής του πρωτοποριακού στη σύλληψη στεγάστρου, ο διεθυντής της ανασκαφής Χρίστος Ντούμας και εκ μέρους της εργολήπτριας εταιρείας (J&P), ο κ. Τεύκρος Χαρμαντάς. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο υπουργός ζήτησε από τον κ. Σπηλιωτόπουλο τις συμβάσεις της Αρχαιολογικής Εταιρείας με την εργολήπτρια εταιρεία αλλά και εκείνη του τεχνικού συμβούλου (Φιντικάκης, Πανδής), προκειμένου να εξεταστεί το νομοτεχνικό πλαίσιο για τη μεταβίβαση του έργου.


Συνεχείς οι αναβολές ολοκλήρωσης του έργου
Το έργο είναι εκτός χρονοδιαγράμματος. Η αρχική διαβεβαίωση ήταν να παραδοθεί το 2007. Τώρα οι χρόνοι μετατίθενται και πάλι. «Τέλος του μήνα» ήταν η υπόσχεση που ακούστηκε στο τραπέζι του υπουργού για την παράδοση της μελέτης αποκατάστασης. Για τη μεταφορά του έργου στο ΥΠΠΟ, εκφράζονται και επιφυλάξεις: «Κάτι τέτοιο θα περιπλέξει την κατάσταση, θα προκαλέσει μεγαλύτερες καθυστερήσεις, ίσως και αδιέξοδα» ισχυρίζεται ο Ν. Φιντικάκης. Η Αρχαιολογική Εταιρεία δεν μπορεί να κάνει τίποτα περισσότερο από το να περιμένει τη μελέτη που της υποσχέθηκε η εργολήπτρια εταιρεία. Το υπουργείο Πολιτισμού, όμως, μπορεί να πιέσει.

Το έργο–υπόδειγμα, στο οποίο επένδυσε πολλά, με τη φιλοδοξία μάλιστα να το εφαρμόσει και σε άλλους αρχαιολογικούς χώρους, χρηματοδοτήθηκε με 30,2 εκατ. ευρώ από εθνικούς πόρους και 10,9 εκατ. από ευρωπαϊκά κονδύλια. Πρέπει λοιπόν να προχωρήσει. Γι’ αυτό εξετάζονται διάφορα σενάρια. Οπως να χρησιμοποιηθεί η ίδια κατασκευάστρια εταιρεία και οι ίδιοι τεχνικοί σύμβουλοι.

Ο κ. Χρίστος Ντούμας, ανασκαφέας του χώρου εδώ και 32 χρόνια, δίνει μιαν άλλη διάσταση: «Για μας το έργο έχει κοστίσει πάρα πολύ, διότι μας έχει μπλοκάρει πολλά ερευνητικά προγράμματα, για τα οποία έχουμε δεσμεύσεις κι απέναντι στην Ευρώπη. Μην έχοντας τη δυνατότητα πρόσβασης στον αρχαιολογικό χώρο δεν μπορούμε να τα προχωρήσουμε. Η αδυναμία πρόσβασης συνίσταται στο ότι η κοινοπραξία μάς ζητάει να υπογράψουμε υπεύθυνη δήλωση ότι μπαίνουμε με δική μας ευθύνη στην ανασκαφή. Εγώ παίρνω την ευθύνη για τον εαυτό μου, όμως μπορώ να βάλω μέσα τους συνεργάτες μου;».

Ολα αυτά στο Ακρωτήρι. Εναν χώρο παγκόσμιας ακτινοβολίας και σημαντικότατου αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, που ελκύει κόσμο απ’ όλα τα μέρη της Γης, ο οποίος εμφανίζεται απρόσιτος, ενώ ένας τομέας της τουριστικής δραστηριότητας του νησιού –που συμβάλλει στην οικονομία όχι μόνο της Σαντορίνης αλλά και της χώρας– τελεί υπό αναστολή. Ετσι προκύπτουν νέα προβλήματα: «Αυτή η κατάσταση δίνει τη δυνατότητα σε ασυνείδητους απατεώνες –είτε σε ταξί είτε σε λεωφορεία του ΚΤΕΛ– να κερδοσκοπούν. Κουβαλάνε κόσμο στην ανασκαφή κι όταν φτάνουν μπροστά στην κλειστή πόρτα ζητάνε συγγνώμη, διότι τάχα δεν γνώριζαν πως είναι κλειστά. Δημιουργούν δυσμενείς εντυπώσεις για τη χώρα μας στον κόσμο που έρχεται να χαρεί και αισθάνεται ότι τους καταληστεύουν».