Κυριακή, Μαρτίου 29, 2015

αντίθετη η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος (ΚΕΕΕ) στην κατάταξη σε κατηγορίες των ενοικιαζομένων δωματίων από το Επιμελητήριο

Την αντίθεσή της στην κατάταξη σε κατηγορίες των ενοικιαζομένων δωματίων από το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδας εξέφρασε η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος, σε συνάντηση που είχαν ο Κωνσταντίνος Μίχαλος και ο γενικός γραμματέας της (ΚΕΕΕ) Παναγιώτης Αγνιάδης, με την αναπληρώτρια υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού Έλενα Κουντουρά.

 Η εν λόγο ρύθμιση είχε ψηφιστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση με την στήριξη του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, του ΣΕΤΕ και της Ομοσπονδίας Ενοικιαζομένων Δωματίων, πλην όμως απ ότι φαίνεται τα προβλήματα που προέκυψαν στην πράξη από αυτή την απόφαση, ήταν αυτά που οδήγησαν την Κ.Ε.Ε.Ε. να εκφράσει τις αντιθέσεις της.

Σύμφωνα με την αναλυτική επιχειρηματολογία της Κ.Ε.Ε.Ε. υπέρ της μη ένταξης των ενοικιαζομένων δωματίων στα Ξενοδοχειακά Επιμελητήρια, αναφέρονται τα εξής :

Είναι περιττό να ειπωθεί ότι τα Επιμελητήρια που έχουν ενοικιαζόμενα δωμάτια σαν μέλη τους αλλά και οι κατά τόπους Ομοσπονδίες Ενοικιαζομένων Δωματίων δεν συμφωνούν με το συγκεκριμένο άρθρο του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, διότι εκτός του ότι κινείται σε εντελώς εσφαλμένη κατεύθυνση, θα δημιουργήσει τεράστια προβλήματα βιωσιμότητας στα Επιμελητήρια που δραστηριοποιούνται σε αμιγώς τουριστικές περιοχές και επιτελούν ένα άκρως σημαντικό έργο στην τουριστική ανάπτυξη και προβολή της περιοχής.

Οι λόγοι για τους οποίους θεωρούμε ότι η κατάταξη των τουριστικών καταλυμάτων στο Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο είναι λανθασμένη απόφαση, συνίστανται στους εξής παρακάτω:

Α) Τα Επιμελητήρια που εδρεύουν σε τουριστικές περιοχές από χρόνια έχουν δημιουργήσει Τμήματα Τουρισμού για την καλύτερη προώθηση των συμφερόντων των μελών τους με αποτέλεσμα να έχουν την κατάλληλη εμπειρία και τεχνογνωσία και να θεωρούνται οι πλέον κατάλληλοι υπερασπιστές των συμφερόντων τους, αφού γνωρίζουν τις ιδιαιτερότητες και τα προβλήματα της περιοχής τους, γνώση την οποία δεν διαθέτει το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο.

Β) Εκτός από την εμπειρία που διαθέτουν οι φορείς που εκπροσωπούμε σε θέματα τουρισμού, διαθέτουν γενικότερα την ικανότητα και τα εφόδια να υποστηρίξουν τις επιχειρήσεις που εκπροσωπούν. Στα Επιμελητήρια λειτουργούν υπηρεσίες ΓΕΜΗ και Μιας Στάσης, υπάρχει πλήρης μηχανοργάνωση, εκπαιδευμένο προσωπικό, και έρχονται σε καθημερινή σχεδόν επαφή με τα μέλη, αφουγκράζονται τα προβλήματά τους. Με λίγα λόγια πληρούν όλες τις προδιαγραφές να υποστηρίξουν την επιχειρηματικότητα στον τόπο τους τόσο διοικητικά όσο και ουσιαστικά μέσα από τις πολυάριθμες πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν και σχετίζονται και με την ανάδειξη των προβλημάτων των επιχειρήσεων και της περιοχής, τη συμβουλευτική που παρέχουν στα μέλη τους κτλ.

Γ) Η εγγραφή των τουριστικών επιχειρήσεων στα κατά τόπους Επιμελητήρια δίνει τη δυνατότητα στους επαγγελματίες αυτούς – και όχι μόνο - να διεκπεραιώνουν τα αιτήματά τους άμεσα και χωρίς απολύτως καμία χρονοτριβή. Εξυπακούεται ότι αυτό είναι αδύνατο να συμβεί με την εγγραφή τους στο Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο. Άρα, η απλούστευση των διαδικασιών που εξαγγέλλει το παραπάνω νομοσχέδιο όχι μόνο δεν θα πραγματοποιηθεί, απεναντίας θα δημιουργηθούν έτι περαιτέρω προβλήματα στις επιχειρήσεις .

Δ) Τα έσοδα από τις συνδρομές των τουριστικών επιχειρήσεων χρησιμοποιούνται από τα κατά τόπους Επιμελητήρια στην τουριστική προβολή των συγκεκριμένων περιοχών. Άρα, είναι εύλογο ότι τα χρήματα που καταβάλλουν οι ως άνω επιχειρήσεις είναι ανταποδοτικά, αφού τα οφέλη από τις δράσεις που αναλαμβάνουν τα Επιμελητήρια τα καρπώνονται τα ίδια τους τα μέλη. Αυτό είναι ανέφικτο να πραγματοποιηθεί από το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο, το οποίο δεν γνωρίζει καν τα προβλήματα των κατά τόπους περιοχών και του οποίου οι ό ποιες πρωτοβουλίες δεν μπορούν να έχουν θετικό αποτέλεσμα για καμία επιμέρους περιοχή, αφού είναι πανελλαδικής εμβέλειας. 

Προϋπόθεση επιτυχίας της όποιας στρατηγικής ή σχεδίου εκ μέρους της Πολιτείας, είναι η αποτελεσματική ενεργοποίηση και συμμετοχή της επιχειρηματικής κοινότητας.

Οι επιχειρήσεις είναι αυτές που οφείλουν να αντανακλούν το σύγχρονο τουριστικό προφίλ της χώρας. Και να το μετατρέπουν σε ελκυστική εμπειρία για τον επισκέπτη.

Αυτό απαιτεί νέα, σύγχρονα πρότυπα ποιότητας για τις τουριστικές επ ιχειρήσεις. Απαιτεί επένδυση στην εκπαίδευση και στην ανάπτυξη δεξιοτήτων, για επιχειρηματίες και εργαζόμενους. Απαιτεί νέους μηχανισμούς για τη διευκόλυνση της δικτύωσης και της ανάπτυξης συνεργασιών σε διεθνές επίπεδο. Χρειάζεται επίσης γενναία κίνητρα για την προσέλκυση κεφαλαίων, με απλούστερες διαδικασίες για την πραγματοποίηση επενδύσεων, με αποτελεσματικούς μηχανισμούς στήριξης της επιχειρηματικής δραστηριότητας στον κλάδο.

Σε αυτή την κατεύθυνση, η Πολιτεία οφείλει να αξιοποιήσει αποτελεσματικά τα διαθέσιμα εργαλεία, όπως ο νέος Επενδυτικός Νόμος και το νέο ΕΣΠΑ. Ειδικά ως προς το ΕΣΠΑ, θεωρούμε ιδιαίτερα θετικό το μέτρο της επιδότησης για τη δημιουργία και την ενίσχυση νέων επιχειρήσεων στον τομέα του τουρισμού. Είναι μια κίνηση που μπορεί να ανο ίξει δρόμους απασχόλησης και δημιουργίας σε ανθρώπους που σήμερα βρίσκονται εκτός αγοράς εργασίας. Να επιτρέψει την αξιοποίηση νέων, καινοτόμων επιχειρηματικών ιδεών και να συμβάλει στην αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος της χώρας. Πέρα από τις επιδοτή σεις και τα κίνητρα που παρέχει η Πολιτεία, η τουριστική ανάπτυξη προϋποθέτει πάνω από όλα ένα σταθερό και βιώσιμο επιχειρηματικό περιβάλλον. Με αποκατάσταση της ρευστότητας, με ανταγωνιστικό κόστος δανεισμού για τις επιχειρήσεις, με λιγότερη γραφειοκρατία και καλύτερη λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών. Και βεβαίως, με ένα ανταγωνιστικό και σταθερό φορολογικό σύστημα.

Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η ανάπτυξη της οικονομίας – που είναι το μεγάλο εθνικό διακύβευμα σήμερα – δεν μπορεί παρά να στηριχθεί στις δυνάμεις του ιδιωτικού τομέα.
Στην προσέλκυση επενδύσεων και κυρίως στη δημιουργία νέων, καινοτόμων μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Επιχειρήσεων οι οποίες θα δώσουν ώθηση στην απασχόληση, θα δημιουργήσουν ευκαιρίες και εισοδήματα σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.


Καλούμαστε λοιπόν, να αναδείξουμε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των εμπλεκομένων περιοχών και να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητά τους γιατί η επιλογή έργων και δράσεων στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, μπορεί να αποδώσει σημαντικό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα. Στο πλαίσιο αυτό θα επιθυμούσαμε τη συνεργασία μας με το Υπουργείο Τουρισμού σε μόνιμη βάση και στο υψηλό δυνατό επίπεδο προκειμένου να διαμορφώσουμε από κοινού προτάσεις που να έχουν ως στόχο αφενός την καλύτερη απόδοση του Ελληνικού τουριστικού προϊόντος και αφετέρου την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη διασπορά των ωφελημάτων και των δυνατοτήτων του στην ελληνική κοινωνία » .