Επιστολή στον Υπ. Οικονομικών με κοινοποίηση στον
Πρωθυπουργό, με θέμα τη δρομολoγούμενη διάταξη για πραγματοποίηση συναλλαγών με
πιστωτική ή χρεωστική κάρτα, για ποσά άνω των 50 ή των 70 ευρώ, στα νησιά με πληθυσμό
άνω των 3.000 κατοίκων, έστειλε το Επιμελητήριο Κυκλάδων.
Σύμφωνα με την επιστολή,
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Όπως δηλώνουμε σε κάθε ευκαιρία που μας δίνεται,
είμαστε πολέμιοι της φοροδιαφυγής και της
οποιασδήποτε μορφής παράνομης δραστηριότητας η οποία αφενός δημιουργεί
αθέμιτο ανταγωνισμό για τις νομίμως λειτουργούσες επιχειρήσεις, αφετέρου
δημιουργεί τεράστιες οικονομικές απώλειες στο κράτος και στην κοινωνία. Όμως, η
εξαγγελία διάταξης από τον κ. Πρωθυπουργό, σύμφωνα με την οποία οι συναλλαγές
πάνω από ένα όριο (50 ή 70 ευρώ) θα γίνονται υποχρεωτικά με πιστωτική ή
χρεωστική κάρτα, προκάλεσε την έκπληξή μας, όπως άλλωστε και του συνόλου του
νησιωτικού επιχειρηματικού κόσμου και των καταναλωτών. Για άλλη μια φορά,
δίνεται η εντύπωση ότι δεν έχουν γίνει αντιληπτές οι καθημερινές και
ουσιαστικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νησιώτες κάτοικοι και
επιχειρηματίες, αλλά και τα πρακτικά και τεχνικά θέματα που σχετίζονται με τη
νησιωτική περιφέρεια τα οποία θα καταστήσουν μια τέτοια διάταξη, μη εφαρμόσιμη.
Όπως αναφέρεται σε σχετικά δημοσιεύματα που
επικαλούνται πληροφορίες από το Υπουργείο Οικονομικών, το μέτρο θα ισχύσει κατ'
αρχήν σε νησιωτικές περιοχές με πληθυσμό άνω των 3.000 κατοίκων. Έτσι, με βάση
το πληθυσμιακό κριτήριο, τα νησιά στα οποία θα εφαρμοστεί το μέτρο
περιορίζονται περίπου στα 35. Αναφέρεται επίσης, ότι με τη συγκεκριμένη ρύθμιση
το Υπουργείο Οικονομικών αποσκοπεί στην αύξηση της εισπραξιμότητας του ΦΠΑ,
ώστε να αποφευχθεί η αύξηση των φορολογικών συντελεστών στις νησιωτικές
περιοχές.
Το μέτρο αυτό μας βρίσκει αντίθετους για τους εξής
λόγους:
1. Αντιτίθεται
σε βασικές συνταγματικές αρχές τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τις
επιχειρήσεις - και ειδικότερα α) στην αρχή της ισονομίας (αφού δεν θα ισχύει
για όλη την επικράτεια, αλλά μόνο για ορισμένα νησιά) και β) στην αρχή της
ελευθερίας του ατόμου, ως προς το δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την
προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας
και άρα να συναλλάσσεται ελεύθερα (άρθρο 5, παρ. 1 του Συντάγματος) - γεγονός
που θα οδηγήσει σε προσβολή του από τα δικαστήρια.
Όπως γνωρίζετε πολύ καλά, η πλειοψηφία των ελληνικών
οικογενειών, βρίσκονται σε τραγική οικονομική κατάσταση, με ένα δραματικό
ποσοστό από αυτές, να έχουν περάσει το κατώφλι της φτώχειας.
Η δρομολογούμενη διάταξη θα επιβάλλει σε κάθε
οικογένεια να εκδώσει πιστωτική κάρτα, άρα να επιβαρύνεται με χρεωστικούς
τόκους και ετήσια έξοδα ανανέωσης, ενώ είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν και οι
Τράπεζες θα χορηγήσουν πιστωτικές κάρτες, αφού η πλειοψηφία των φορολογούμενων
δεν συγκεντρώνει σήμερα τα ζητούμενα κριτήρια.
Στην καλύτερη περίπτωση, αυτή της χρήσης χρεωστικής
κάρτας, θα υποχρεώνεται ο πολύπαθος πολίτης, ο μικροεπαγγελματίας, ο
μικροκαταστηματάρχης, να «περνά» τα λιγοστά του χρήματα από την Τράπεζα, για να
κάνει μια αγορά 50 ή 70 ευρώ μέσω της κάρτας. Εάν έχει μια οφειλή σε
καθυστέρηση από δόση δανείου ή εκκρεμή οφειλή από χρήση πιστωτικής κάρτας (που
αποτελεί σύνηθες φαινόμενο), τα χρήματα αυτά θα παρακρατούνται.
2. Οι
μικρές επιχειρήσεις που δεν έχουν μέχρι σήμερα συσκευές POS επεξεργασίας καρτών
λόγω περιορισμένου τζίρου, είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο να τις προμηθευτούν,
καθώς είναι ασύμφορο για τις Τράπεζες να χορηγούν αυτές τις συσκευές, εάν το
ύψος των πωλήσεων δεν εξασφαλίζει κερδοφορία για αυτές. Συνεπώς, στην περίπτωση
των πολύ μικρών και εποχιακών επιχειρήσεων των νησιών μας, δεν μπορεί να έχει
εφαρμογή αυτή η διάταξη.
3. Λόγω
του ότι στην πλειοψηφία των επιχειρήσεών μας, που όπως προαναφέραμε είναι
εποχιακές και πολύ μικρού μεγέθους, απασχολείται μόνο ένα άτομο – δηλαδή ο
επιχειρηματίας - είναι εκ των πραγμάτων δύσκολο, να πραγματοποιούνται
συναλλαγές μέσω καρτών, δεδομένων των τηλεπικοινωνιακών καθυστερήσεων και
προβλημάτων που υπάρχουν και που θα επιδεινωθούν δραματικά στο νησιωτικό χώρο,
από την μαζική μεταφορά data κατά την καταχώρηση συναλλαγών μέσω καρτών, στα
pos των καταστημάτων.
4. Το
Υπουργείο Οικονομικών γνωρίζει πολύ καλά ποιες είναι οι δραστηριότητες που
φοροδιαφεύγουν, οι οποίες θα εξακολουθήσουν να λειτουργούν κατ’ αυτόν τον
τρόπο και μετά την εφαρμογή ενός τέτοιου
μέτρου, συνεπώς θα πρέπει να στοχεύσει προς αυτή την κατεύθυνση για να επιτύχει
αύξηση των δημοσίων εσόδων, αντί να δημιουργεί μία ακόμη πρόσθετη ταλαιπωρία σε
καταναλωτές και επιχειρήσεις.
5. Επί
της ουσίας, δεν θα υπάρξει αποτέλεσμα, καθώς οι επιχειρήσεις που θα έχουν τη
δυνατότητα, θα κάνουν «κατάτμηση» των συναλλαγών σε μικρότερα ποσά του ορίου
που θα καθορισθεί.
Για να κάνουμε περισσότερο κατανοητή την πρακτική
αδυναμία εφαρμογής ενός τέτοιου μέτρου στη νησιωτική περιφέρεια, αναφέρουμε
ενδεικτικά ένα μόνο από τα προβλήματα, ότι η καθημερινή τροφοδοσία των
μικρότερων νησιών γίνεται με καΐκια, οι ιδιοκτήτες των οποίων αναλαμβάνουν να
μεταφέρουν - και να πληρώνουν στις περισσότερες περιπτώσεις μετρητοίς -
εμπορεύματα από τα μεγαλύτερα νησιά. Σχεδόν σε όλα τα μικρά νησιά, δεν υπάρχουν
τράπεζες και ΑΤΜ, συνεπώς η συναλλαγή με μετρητά είναι ο μόνος διαθέσιμος
τρόπος. Με ποιόν τρόπο θα γίνονται οι συναλλαγές σε αυτές τις περιπτώσεις; Θα
πρέπει οι κάτοικοι των νησιών να εκδώσουν κάρτες στις ανύπαρκτες στα νησιά τους
τράπεζες και στη συνέχεια να δίνουν στο ιδιοκτήτη του σκάφους τις κάρτες τους
για πραγματοποιήσει αγορές για λογαριασμό τους από τα γειτονικά μεγαλύτερα
νησιά;
Όπως αντιλαμβάνεσθε, αυτό είναι αδύνατο και είναι
ένα μόνο από τα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουμε με την εφαρμογή ενός τέτοιου
μέτρου.
Για όλους τους παραπάνω λόγους ζητούμε να μην
εφαρμοσθεί το υπό εξέταση μέτρο και καλούμε την κυβέρνηση να λάβει υπόψη της,
τις ιδιαίτερες συνθήκες που συνδέονται με τη νησιωτικότητα και να κατανοήσει
ότι η πραγματικότητα για τα περισσότερα νησιά του Νοτίου Αιγαίου, δεν έχει
καμία σχέση με αυτό που γνωρίζουν οι επισκέπτες κατά την περίοδο των διακοπών
τους, αντίθετα, συνδέεται με καθημερινές, ανυπέρβλητες πολλές φορές δυσκολίες
που δεν είναι δυνατόν να φανταστεί ο κάτοικος της ηπειρωτικής χώρας.
Με εκτίμηση,
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΟΥΣΣΟΣ