Το δίλλημα της Σαντορίνης
είναι ο τίτλος ενός πολύ καλού άρθρου ως αποτέλεσμα καλού ρεπορτάζ της σελίδας www.winecommanders.com σχετικά με την
σχέση ποιότητας – τιμής, καθώς και .. τιμής – τιμής, σε ότι αφορά τις τιμές
αγοράς των σταφυλιών με αυτές των τελικών προιόντων.
Στο άρθρο
φιλοξενούνται οι απόψεις για το θέμα των περισσοτέρων οινοπαραγωγών της Σαντορίνης,
οι περισσότερες εκ των οποίων είναι μεν γνωστές, με τα ολοένα όμως και νεότερα
δεδομένα στον χώρο του κρασιού και των «λογής λογής» τιμών του, μπορούν να
θεωρηθούν .. φρέσκιες και .. αναθεωρημένες.
Το δημοσίευμα
μπορείτε να το δείτε και διαβάσετε εδώ :
Μέρος της ανάρτησης
αναφέρει ότι,
Τα τελευταία χρόνια
το όνομα Σαντορίνη ηχεί στα αυτιά της οινικής κοινότητας όλο και πιο συχνά,
αυτή τη φορά όχι για το μαγευτικό άσπρο και μπλε του τοπίου της, αλλά για ένα
μπλε άκρως διαφορετικό όμως εξίσου ιδιαίτερα εντυπωσιακό, το Ασύρτικο, το μπλε
της Σαντορίνης με το οποίο και έχει ταυτιστεί.
Από τη Jancis
Robinson και τον Tim Atkin MW μέχρι τους πιο προχωρημένους οινοχόους των
διάσημων γαστρονομικών παραδείσων, ο »θόρυβος» γύρω από το ιδιοσυγκρατικό
Ασύρτικο με την έντονη έκφραση του terroir δυναμώνει, έχοντας πλέον φτάσει στα
αυτιά των καταναλωτών που αναζητούν κάτι το διαφορετικό από άλλη μια Μαλαγουζιά
ή ένα ακόμη Chardonnay και Sauvignon Blanc.
Θα περίμενε λοιπόν
κανείς ότι το μπλε της Σαντορίνης με σημαία την φρεσκάδα και την ορυκτή
υπογραφή της ποικιλίας, θα είχε μια προδιαγεγραμμένη ανοδική πορεία. Ή μήπως
όχι;
Νέοι παίκτες στο
προσκήνιο, περισσότερες διαφωνίες παρά συμφωνίες, η συζήτηση για το λεγόμενο
premiumization των κρασιών, η προστασία του αμπελώνα, η βελτίωση της ποιότητας,
η ύπαρξη ενός πραγματικού σχεδίου που θα κάνει την διαφορά είναι μερικά μόνο
από τα καίρια ζητήματα που έχουν τεθεί σε ένα πολυφωνικό διάλογο καθοριστικό
για το μέλλον της ποικιλίας στον οινικό χάρτη.
Κομμάτι του Αιγαίου,
η Σαντορίνη με την στερεοτυπική γοητεία των Κυκλάδων, το άσπρο να εναλλάσσεται
με το μπλε κάτω από το δυνατό φως του ουρανού, καταλαμβάνει συνολική έκταση 76
τετ. χιλιομέτρων με τον αμπελώνα της να εκτείνεται σε μόλις 12.293 στρέμματα (ΕΛΣΤΑΤ
2010).
Ωστόσο, η συνολική
γεωργική γη που μπορεί να καλλιεργηθεί είναι περίπου τρεις φορές μεγαλύτερη,
ίση με 37.900 στρέμματα εκ των οποίων τα 20.000 καταλαμβάνονται από τα προϊόντα
της Θηραϊκής γης (αμπέλι, ντοματάκι, φάβα).
Στον δρόμο της
αναζήτησης για να καταλάβουμε τι περιορίζει την εξάπλωση των αμπελιών ερχόμαστε
αρχικά αντιμέτωποι με το «τέρας» της οικοπεδοποίησης, αφού μεγάλες
καλλιεργήσιμες εκτάσεις, ιδιαίτερα σε περιοχές τουριστικού ενδιαφέροντος, έχουν
δώσει χώρο σε ξενοδοχειακά καταλύματα. Συγκεκριμένα, ο αμπελώνας του νησιού
παρουσίασε μια σταδιακή μείωση από τις αρχές του 20ου αιώνα ξεκινώντας από
45.000 στρέμματα έως το 1997 που κατέληξε στα 15.000. Από τότε έως και σήμερα η
έκτασή του φαίνεται να έχει σχετικά σταθεροποιηθεί στα 13.000 στρέμματα (ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ).
Ως κύριο μέλημα για
την αντιμετώπιση του θέματος της παρατεταμένης οικοπεδοποίησης, η πλειοψηφία
των παραγωγών -από τον Σιγάλα, τον Αργυρό, τον Χατζηδάκη και τον Παρασκευόπουλο
μέχρι τον Τσέλεπο που κάνει την εμφάνισή του φέτος στο νησί- προτάσσουν την
νομική κατοχύρωση του αμπελώνα. Σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο( ΦΕΚ
144//30-4-12 που τροποποιεί το ΦΕΚ 139Δ//16-2-90), ως το κατώτατο όριο κατάτμησης
έχουν καθοριστεί τα 10 στρέμματα με επιτρεπόμενη δόμηση τα 300 τμ, προκειμένου
να οικοδομηθεί γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας ή γη που προορίζεται για
οίνους ΠΟΠ.