Τετάρτη, Ιουνίου 30, 2010

Σώζει, διαλύει, αλλά το χιούμορ είναι χιούμορ, κι είναι απαραίτητο πόσο μάλλον αυτην την εποχή (μη κοιτάς που κάποιοι πέρνουν τα πράγματα πολύ στα σοβαρά....)


Η αλήθεια είναι οτι κάτω απο την «σκληρή μάσκα της δημοσιογραφίας» και την αυστηρή επαγγελματία κρύβω εναν πολύ ευαίσθητο άνθρωπο, και μια τρυφερή καρδιά όπως αυτην του μαρουλιού στην διαφήμιση του τόνου Ρίο Μαρε. Η τρυφερή μου καρδιά και ο συμπονετικός μου χαρακτήρας με κάνουν σε πολλές περιπτώσεις να συμπάσχω με αναξιοπαθούντες, ασθενείς και συναισθηματικά ασταθείς ανθρώπους των οποίων τον πόνο και την αγωνία κατανοώ και συμμερίζομαι. Χθές, για παράδειγμα, ήμουν έτοιμη να μελαγχολήσω μαθαίνοντας για την περιπέτεια μιας άρρωστης γιαγιάς η οποία ήθελε να πάρει το βαπόρι για το νησί της στις Κυκλάδες πλήν όμως, φτάνοντας την πόρτα του καραβιού της την πέσανε κάτι νταβραντιασμένοι νεαροί και της είπανε «που πας γιαγιά; δε φεύγει το βαπόρι σήμερα» για να ακολουθήσει ο διάλογος «γιατί παιδάκι μου; χάλασε;» (σσ η γιαγιά ήταν καλή και καλομίλητη γυναίκα, γεμάτη κατανόηση για την νέα γενιά) «οχι γιαγιά, δεν χάλασε, κάνουμε απεργία σήμερα, δεν δουλευουμε και δεν θα φύγει το βαπόρι»

«Και πως θα πάω στην Πάρο; Έχω και πίεση και λουμπάγκο, παιδάκι μου»

«Δεν θα πας γιαγιά σήμερα, θα πάς αυριο, με το καλό»

Ο διάλογος συνεχίζεται σε απολύτως πολιτισμένο επίπεδο με την γιαγιά πολύ σύνομα να κατανοεί τον νεαρό που της εξηγεί μέσες άκρες τα της απεργίας και των αιτιών της.
Κάπως έτσι τελειώνει το συμβάν ενώ ενας μπλόγκερ που παρακολουθεί απο απόσταση σπευδει να ποστάρει μέσω κινητού στην σελίδα του (η βιασύνη δεν ήταν ποτέ καλή σύμβουλος) οτι εξαγριωμένος απεργός παρ ολίγον να προπηλακίσει ηλικιωμένη και ασθενή γιαγια που ήθελε να ταξιδέψει στο νησί της. Η ανάρτηση είχε μεγάλη αναγνωσιμοτητα ενω πολλοί σπεύδουν (βιάζονται κι αυτοί να κάνουν κόμεντ) να σχολιάσουν τους κακούς απεργούς και την δύσμοιρη γιαγιά. Για τους τριαντάρηδες που πληρώνονται με 700 ευρώ τον μήνα (χωρίς δώρα) και δεν τρέφουν ελπίδες (ή αυταπάτες) να συνταξιοδοτηθούν και -πολύ νωρίτερα- να πάρουν αυξήσεις ή να ακούσουν μια καλή κουέντα πέρα απο το κλίμα φόβου και αναφάλειας που «φυλάει» τα έρμα, οι μπλόγκερ (κάποιοι έστω) δεν είπανε τίποτε.

Σέβομαι τους τουρίστες, σε τουριστική περιοχή ζω και εργάζομαι και μεγαλώνω το παιδί μου, και θέλω να γίνομαι καλύτερη στις υπηρεσίες που προσφέρω, πλήν όμως δεν δέχομαι την εικόνα του δουλοπρεπούς στις ορέξεις του τουρίστα “ντόπιου παροχέα υπηρεσιών”. Αλλιώς την σκέπτομαι εγώ την φιλοξενία, όσο κι αν το μοντέλο αυτό δεν καλύπτει πλήρως τις απαιτήσεις του μαζικού τουρισμού…

Η χώρα έτσι όπως παρουσιάζεται απο εγχώρια και διεθνή Μέσα μου θυμίζει όλο και περισότερο πόλη της Λατινικής Αμερικής, ειδικά ένα σημερινό ρεπορτάζ του Μέγκα, ήταν…. μαχαιριά στην καρδιά, μονο γιγιάδες με πούρα “όπως Κούβα” στα Καμίνια δεν έδειξε. Κατά τα άλλα, διπλοπενιά, φτώχει, φτωχογειτονιά, αψιλίες και ….φιλότιμο, που είναι λέει ελληνική λέξη και οι ξένοι δεν την έχουνε…. Και σαν να μην έβλεπα την χώρα μου (την χώρα του εκσυγχρονισμού και του Σιμήτη...) αλλά ταξιδιωτικό ρεπορτάζ του Κούλογλου στην φτωχή Κούβα, μου φάνηκε σήμερα. Δεν ξέρω, μπορεί και να φταίω εγώ… να το χω εγώ το πρόβλημα…

Άλλοι πάλι μου λένε ότι με την φτώχεια θα χαθεί η αξιοπρέπεια.. κι αυτό είναι που με φοβίζει πιο πολύ. Περισσότερο απ όσο νομίζω ότι θα μας κάνει “καλύτερους” η κρίση

Για την χθεσινή απεργία ορισμένοι ξένοι συνάδελφοι είπαν ότι,

1

2

3

Υστερόγραφο.

Ούτε υπερασπίζομαι, ούτε δεν υπερασπίζομαι τα “μπλόγκ”, αλλά σχετικά με το σχόλιο οτι «πρόκειται περί προσωπικών απόψεων» σίγουρα ναι, αλλά μήπως προσωπική άποψη δεν αποτελεί και το κεντρικό άρθρο του Βήματος ή των Νέων;  Άρα δεν μπορεί κανείς “κατηγορήσει” τα μπλόγκ για ... ατομικισμό.
Στο κάτω κάτω, η άποψη των συντακτών εκφράζεται σε κάθε περίπτωση, κι άλλοι συμφωνούν κι άλοι διαφωνούν μαζί του.
Το θέμα, ίσως, πια είναι (και) να εμψυχώνει κανείς τον κόσμο. Να του δίνει ελπίδα. Το κουτσομπολιό, δεν ξέρω πια ποια ματαιοδοξία μπορεί να συντηρήσει, πλέον…